ἀπο-νόσφι(ν)

ἀπο-νόσφι(ν)
ἀπο-νόσφι(ν), also written as two words, ἀπὸ or ἄπο νόσφι: apart, aside; βῆναι, εἶναι, κατίσχεσθαι, Il. 2.233; τραπέσθαι, Od. 5.350; as prep., with gen., apart from, far from; usually following the governed word, ἐμεῦ ἀπονόσφιν, Il. 1.541; φίλων ἀπονόσφιν ἑταίρων, Od. 12.33.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • νόσφι — και, πριν από φωνήεν, νόσφιν (Α) επίρρ. (ποιητ. τ.) (συν. στον Ομ. και στον Αισχύλ.) 1. (ως τοπ.) μακριά, απομακρυσμένα 2. (ως τροπ.) κατ ιδίαν, παράμερα, κρυφά 3. (σχετικά με πρόσ., αντικείμενα, καταστάσεις ή και ψυχική διάθεση) μακριά από… …   Dictionary of Greek

  • απονόσφι — ἀπονόσφι(ν) (τοπ. επίρρ.) (Α) μακριά από, χωριστά («φίλων ἀπονόσφι όλέσθαι, Όμηρος). [ΕΤΥΜΟΛ. < απο * + επίρρ. νόσφι «μακριά, χωρίς»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”